12 Μαρτίου 2011

ΥΜΗΤΤΟΣ-ΦΥΣΗ

Ο Υμηττός ως «οικοσύστημα» παρουσιάζει υψηλή βιοποικιλότητα, φιλοξενεί δηλαδή ενδημικά σπάνια και προστατεύομενα είδη φυτών και ζώων, καθώς έχει μεγάλο αριθμό φυτικών ειδών, ενώ παράλληλα αποτελεί ενδιαίτημα για μια πληθώρα ζωϊκών ειδών, από εδαφόβια μέχρι αρπακτικά πτηνά.








Χλωρίδα



Η χλωρίδα του όρους περιλαμβάνει περίπου 650 ταξινομικές μονάδες (είδη, υποείδη) Πτεριδοφύτων και Σπερματοφύτων, εκ των οποίων οι 54 είναι ενδημικές της Ελλάδας ενώ οι 59 προστατεύονται από την ελληνική νομοθεσία και διεθνείς συμβάσεις ή περιλαμβάνονται σε καταλόγους απειλούμενων ειδών.

Στο αισθητικό δάσος Υμηττού έχουν καταγραφεί περισσότερα από 40 είδη ορχιδέων, μία από τις υψηλότερες πυκνότητες ορχεοειδών της Ευρώπης αναλογικά με την έκταση, ενώ στο βουνό μπορεί να βρει κανείς και τους ενδημικούς κρόκους και τις κενταύριες.



Αισθητικό Δάσος Υμηττού



Οι αναδασωτικές επεμβάσεις στο σύνολο του Αισθητικού Δάσους από τη Φιλοδασική Ένωση Αθηνών είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μωσαϊκού βλάστησης όπου κυριαρχεί το πεύκο (τραχεία πεύκη) σε αμιγείς συστάδες ή σε ανάμειξη με κυπαρίσσι και με πλατύφυλλα είδη όπως κουτσουπιά, χαρουπιά και χνοώδη δρυ. Στις βραχώδεις περιοχές υπάρχει το πεύκο μαζί με πουρνάρι και αγριελιά. Το μωσαϊκό συμπληρώνουν ενότητες με ιδιαίτερη φυσιογνωμία (σε περιορισμένη έκταση) όπως ο «ιστορικός ελαιώνας», ο διπλανός του κυπαρισσώνας, οι ευκάλυπτοι κυρίως στα νότια του νεκροταφείου Καισαριανής, η παραρεμμάτια βλάστηση κ.α.



Η βλάστηση του Αισθητικού δάσους Υμηττού συγκροτείται από τα παρακάτω κύρια δασικά είδη με τα οποία έγιναν οι αναδασώσεις από τη Φιλοδασική και το τότε Υπουργείο Γεωργίας:



• Τραχεία πεύκη (Pinus brutia Ten.)

• Χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis Mill.)

• Κουκουναριά (Pinus pinea L.)

• Κυπαρίσσι οριζοντιόκλαδο (Cupressus sempervirens var. horizontalis L.)

• Κυπαρίσσι ορθόκλαδο (Cupressus sempervirens var. pyramidalis L.)

• Κουτσουπιά (Cercis siliquastrum L.)

• Χνοώδης δρύς (Quercus pubescens Willd.)

• Αριά (Quercus ilex L.)

• Χαρουπιά (Ceratonia siliqua L.)

• Κυπαρίσσι γλαυκό (Cupressus arizonica var. glabra Greene)

Εκτός από τα προαναφερθέντα είδη, σποραδικά έχουν φυτευτεί βελανιδιές (Quercus aegilops L.), αίλανθοι (Ailanthus altissima (Mill.) Swingle), κυανόφυλλες ακακίες (Acacia cyanophylla), ευκάλυπτοι (Eucalyptus globulus Labill.), παρκινσόνιες (Parcinsonia sp.), αγριοπιπεριές (Schinus molle), γκορτσιές (Pyrus amygdaliformis) και πλατάνια (Platanus orientalis L.).



Στα διάκενα και σε εκτάσεις προσφάτως αναδασωμένες, δημιουργούνται πλούσιοι φρυγανότοποι με κυρίαρχα τα είδη: Sarcopoterium spinosum, Phlomis fruticosa, Corydothymus capitatus, Cistus salvifolius, Cistus incanus, Euphorbia acanthothamnos, Genista acanthoclada, Fumana thymifolia, Hypericum empetrifolium, Inula viscosa, Satureja thymbra, Helichrysum sp., Calycotome vilosa, Tragopogon sp., Thapsia garganica, Verbascum undulatum, Anthyllis hermaniae, Globularia alypum, Thymelaea tartonraira, Balotta acetabulosa κλπ.



Τα αγρωστώδη που συναντώνται στην περιοχή εντάσσονται στην κατηγορία των ειδών των θαμνωδών ψευδοστεππών που προήλθαν από την υποβάθμιση της φυσικής δασικής βλάστησης (Brachypodium ramosum, Poa bulbosa, Avena sp., Bromus sp. κλπ). Στην περιοχή συναντώνται σημαντικά είδη γεωφύτων όπως: Cyclamen graecum, Colchicum sp., Asphodeline lutea, Asphodelus fistulosus, Allium roseum, Fritillaria graeca, Lloydia graeca, Ornithogallum atticum, Muscari comosum, Asparagus acutifolius, Smilax aspera, Crocus sp., Sternbergia lutea, Cephalanthera rubra, Serapias sp., διάφορα είδη Ophrys και Orchis κλπ.



Το μωσαϊκό της βλάστησης (τεχνητώς δημιουργημένης ή φυσικής) προσδίδει μια ιδιαίτερη φυσιογνωμική ποικιλία στην περιοχή που αντικατοπτρίζει παράλληλα και την ποικιλία των διαφόρων βιοτόπων. Το μωσαϊκό της βλάστησης καθιστά την περιοχή ξεχωριστή από τις γειτονικές της και περισσότερο προσιτή σε χειρισμούς της βλάστησης με σκοπό, εκτός από την οικολογική προσφορά, και την αισθητική ανάδειξη του χώρου. Η ποικιλία αυτή που είναι αποτέλεσμα των χειρισμών της Φιλοδασικής, κάτω από κανονικές συνθήκες θα εξακολουθήσει να υπάρχει και να αναδεικνύεται με επιμέρους διαφοροποιήσεις.



Στοιχεία εδάφους και κλίματος της περιοχής



Οι γεωλογικοί σχηματισμοί που συναντώνται στην περιοχή είναι το κατώτερο και το ανώτερο μάρμαρο και οι σχιστόλιθοι Καισαριανής. Είναι χαρακτηριστική μάλιστα η επαφή τους στην πλαγιά της Καλοπούλας. Η γενική διεύθυνση των στρωμάτων του κρυσταλλοσχιστώδους συστήματος είναι ΑΒΑ-ΔΝΔ και η κλίση Δ έως ΒΔ από 20ο έως 60ο. Στο δυτικό άκρο της περιοχής συναντώνται ημιμεταμορφωμένα πετρώματα και νέες και παλιές αποθέσεις συνιστάμενες από κροκάλες, λατύπες, άμμους και αργίλους σε ποικίλη αναλογία. Τα εδάφη που σχηματίζονται πάνω σ’ αυτά τα πετρώματα είναι κατά πλειοψηφία σκελετικά, πετρώδη και αβαθή, λόγω της έντονης υποβάθμισης που είχε υποστεί η βλάστηση κατά το παρελθόν.



Το κλίμα της περιοχής είναι μεσογειακό με κύριο χαρακτηριστικό το ξηρό και θερμό καλοκαίρι και τον ήπιο και βροχερό χειμώνα. Με βάση τα στοιχεία του Μ.Σ. Αθηνών η ετήσια μέση θερμοκρασία του αέρα κυμαίνεται από 16,5oC - 19οC με ψυχρότερο μήνα τον Ιανουάριο και θερμότερους τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο. Η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 400 mm περίπου και κατανέμεται στη βροχερή περίοδο Οκτωβρίου - Απριλίου και την σχεδόν ξηρή των υπολοίπων μηνών. Η μέση σχετική υγρασία είναι 65% περίπου, οι χαλαζοπτώσεις είναι σπάνιες και οι μέρες χιονιού ελάχιστες.



Στο πλαίσιο της Κοινοτικής Οδηγίας 92/43 (Natura 2000) στην περιοχή του Αισθητικού δάσους συναντώνται και χαρτογραφήθηκαν οι παρακάτω τύποι οικοτόπων του παραρτήματος Ι :

• Δάση ελιάς και χαρουπιάς (Κωδ. Natura 2000: 9320, Corine 91: 45.3)

• Φρύγανα με Sarcopoterium spinosum (Κωδ. Natura 2000: 5420, Corine 91: 33.3)

• Μεσογειακά δάση πεύκης με ενδημικά μεσογειακά είδη πεύκης

• (Κωδ. Natura 2000 : 9540,Corine91:42.8, 42.7)

• Βραχώδη οικοσυστήματα χωρίς βλάστηση (Κωδ. Νatura 2000: 8250)










Πανίδα




Στον Υμηττό εκτός από τα τυπικά μεσογειακά είδη θηλαστικών που υπάρχουν (αλεπού, σκαντζόχοιρος, ασβός, κουνάβι, λαγός, κ.ά.), εύκολα θα συναντήσει κανείς και τα δύο από τα τρία είδη χερσαίων χελωνών που υπάρχουν στην Ελλάδα. Επίσης, ο επισκέπτης του βουνού έχει την ευκαιρία να συναντήσει και ένα είδος νυχτερίδας και τα ερπετά: πράσινη σαύρα, σπιτόφιδο, σαίτα, και η οχιά.



Ο χώρος είναι επίσης, πολύ σημαντικός μεταναστευτικός σταθμός για χιλιάδες πουλιά και αποτελεί το μοναδικό σημείο στο λεκανοπέδιο που έχουν καταγραφεί μεγάλα αρπακτικά να μεταναστεύουν. Μεγάλο μέρος του βουνού είναι ενταγμένο στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000, ενώ αποτελεί και Σημαντική Περιοχή για τα πουλιά της Ελλάδας.








Τα πουλιά του Υμηττού




Ο Υμηττός συνιστά το «απόλυτο» για τους παρατηρητές πουλιών στην Αθήνα. Εκατόν τριάντα (130) είδη πουλιών έχουν καταγραφεί στις περιοχές που γειτνιάζουν στην Αθήνα, καθώς και το αισθητικό δάσος Υμηττού, από τα οποία σχεδόν τα μισά φωλιάζουν εκεί.


.
Είναι το μοναδικό μέρος του Λεκανοπεδίου της Αθήνας που φωλιάζουν μεγάλα αρπακτικά πουλιά, όπως η Αετογερακίνα, ο Φιδαετός και η Γερακίνα, άλλα μικρότερα, όπως το Βραχοκιρκίνεζο, ο Πετρίτης και το Ξεφτέρι, ενώ κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης έχουν παρατηρηθεί Στικταετοί, Κιρκινέζια, Στεπόκιρκοι, Όρνια, Καλαμόκιρκοι, Μαυροπετρίτες και Σφηκιάρηδες.





Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και αρκετά είδη πουλιών με περιορισμένη γεωγραφικά αναπαραγωγική κατανομή- βαλκανική ή νοτιοανατολικής Μεσογείου- που αναπαράγονται στον Υμηττό, όπως είναι η νησιωτική Πέρδικα, ο Κλειδωνάς, ο Σκουρόβλαχος, ο Αμπελουργός και ο Μουστακοτσιροβάκος, αλλά και είδη με ευρύτερη μεσογειακή κατανομή, όπως ο Κοκκινοτσιροβάκος, η Ωχροστριτσίδα και ο Δεντροτσιροβάκος



Επίσης, ο Υμηττός είναι το μοναδικό γνωστό σημείο του Λεκανοπεδίου όπυ φωλιάζουν τέσσερα είδη νυκτόβιων αρπακτικών, η Κουκουβάγια, ο Γκιώνης, η Πεπλογλαύκα και ο Χουχουριστής.




Εκτός όμως, από τα μεγάλα αρπακτικά που θα συναντήσει ο περιπατητής στον Υμηττό, μεγάλος είναι και ο αριθμός των μικρόπουλων που περνούν κατά την περίοδο της μετανάστευσης. Στα ανοιχτά σημεία, ανάμεσα στα χιλιάδες χρώματα των λουλουδιών του Υμηττού μπορεί να διακρίνει κανείς Καστανολαίμηδες να κάθονται στους ασφοδέλους, Κοκκινοκεφαλάδες και Αετομάχους πάνω στις μικρογαλιάντρες στους χωματόδρομους και σε χέρσες περιοχές, Δασοφυλλοσκόπους, Καλόγερους και Μυγοχάφτες στο δάσος και στα ξέφωτα.
.

Κατά τους χειμερινούς μήνες τον πρώτο λόγο έχουν οι Τσίχλες και τα Κοτσύφια που βρίσκουν στους ελαιώνες πλούσια τροφή, πολύ σημαντική για να καταφέρουν να επιβιώσουν το δύσκολο χειμώνα. Άλλα μικρότερα είδη, όπως οι Χοντρομύτες, τα Λούγαρα, οι Κοκκινολαίμηδες, τα Φανέτα, οι Φλώροι, οι Τρυποφράκτες και οι Μαυροσκούφηδες ζωντανεύουν το χώρο και γεμίζουν τα φθινοπωρινά και χειμωνιάτικα απογεύματα με τις φωνές και τα χρώματά τους














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου