13 Ιουλίου 2011

Η ΑΔΕΙΑ ΤΑΞΙ ΚΟΣΤΙΖΕ ΟΣΟ ΕΝΑ ΔΥΑΡΙ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ

Προβληματισμός στην αγορά των ταξί καθώς στις μάντρες στριμώχνονται δεκάδες «ορφανά» οχήματα


Εχει ντύσει τους τοίχους με αποφθέγματα. «Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα», διαβάζεις σε ένα κάδρο. «Η τιμή ενός εμπορεύματος είναι όσο πουλιέται στην αγορά», γράφει ένα άλλο. Τις τελευταίες εβδομάδες, όμως, στις δερμάτινες πολυθρόνες του γραφείου του δεν γίνονται συζητήσεις για αγοραπωλησίες. Ενώ στις πιάτσες σχηματίζονται κίτρινες φάλαγγες και οι οδηγοί διαμαρτύρονται για μειωμένα μεροκάματα, στο απέναντι πεζοδρόμιο σκονίζονται μια Mercedes και ένα Toyota. Περιμένουν νέο ιδιοκτήτη. Ο Ελευθέριος Μερκούρης, οδηγός και μεσίτης αδειών ταξί στην Αθήνα, μάταια αναζητά ενδιαφερόμενους. Μέχρι να ξεκαθαρίσουν οι όροι για το άνοιγμα του επαγγέλματος, λέει ότι η αγορά έχει παγώσει.

Πριν από το άνοιγμα ο Ελευθέριος Μερκούρης λέει ότι μεταβίβαζε τρεις με τέσσερις άδειες τον μήνα. «Η τιμή καθοριζόταν ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση». Εκείνος είχε αγοράσει τη δική του άδεια στην Αθήνα το 1985 με 3,3 εκατ. δραχμές, ενώ όπως λέει στην Τρίπολη την ίδια περίοδο μια άδεια κόστιζε ένα εκατομμύριο. Μέχρι πρότινος «το ταξί κόστιζε όσο ένα δυάρι διαμέρισμα», λένε στην πιάτσα. Σύμφωνα με τους μεσίτες αδειών και οχημάτων αλλά και ιδιοκτήτες ταξί, οι τιμές που ίσχυαν στην αγορά κυμαίνονταν από 30.000 μέχρι 200.000 ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνεται σε αυτές το κόστος του αυτοκινήτου. Οπως εκτιμούν μεσίτες και ιδιοκτήτες, σε ετήσια βάση στην Αθήνα των 14.500 ταξί δεν μεταβιβάζονταν περισσότερες από 500 άδειες.





ΟΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΙΣ. Μεγάλος αριθμός αδειών ταξί είχε χορηγηθεί την περίοδο της δικτατορίας, αλλά τότε ήταν αμεταβίβαστες. Αν ο ιδιοκτήτης τους πέθαινε και δεν ασκούσε το επάγγελμα απόγονός του, η άδεια έπρεπε να επιστραφεί στο κράτος. Το 1977 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιτρέπει τη μεταβίβαση αδειών ταξί, ενώ τα επόμενα χρόνια το κράτος χορηγεί νέες άδειες σε πολύτεκνους, ολυμπιονίκες ή σε άλλες κοινωνικές ομάδες. Οι μάντρες εκτός από τον ρόλο του μεσάζοντα για μεταβίβαση της άδειας (σύμφωνα με εκτιμήσεις εισπράττουν προμήθεια 2%-3% από τη μεταβίβαση) αναλαμβάνουν και ρόλο υπενοικιαστή.

«Υπήρχαν ιδιοκτήτες αδειών που δεν ήθελαν να δουλέψουν τα οχήματα. Μέχρι και ιερείς είχαν άδειες. Αυτοί επέλεγαν να τις νοικιάσουν, για παράδειγμα, προς 1.000 ευρώ σε μια μάντρα. Ο ιδιοκτήτης της μάντρας αναλάμβανε τη διαχείριση του οχήματος με εξουσιοδότηση και έπειτα υπενοικίαζε το ταξί σε οδηγούς προς 1.500 ευρώ», λέει ο Βασίλης Δημητρόπουλος, γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Συνδικάτων Μεταφορών Ελλάδος.





Η ΑΓΟΡΑ. Αυτές τις ημέρες στις μάντρες επί των οδών Λένορμαν και Λιοσίων στριμώχνονται δεκάδες «ορφανά» οχήματα, γερμανικά και ιαπωνικά μοντέλα τα περισσότερα. Σε κάποια, εκεί όπου παλαιότερα βρίσκονταν οι πινακίδες τους έχει μείνει μια σκονισμένη στάμπα από τον αριθμό κυκλοφορίας. Σε άλλη μάντρα της Αθήνας τρία αυτοκίνητα είχαν βρει πριν από μερικές εβδομάδες αγοραστή. Είχαν γίνει ήδη, όπως λέει ο μεσίτης, οι πρώτες συμφωνίες και είχαν βεβαιωθεί οι υπεραξίες από την αρμόδια ΔΟΥ. Ενα από τα οχήματα ανήκε σε οδηγό που συνταξιοδοτείται και περίμενε με τα χρήματα από την πώληση της άδειας και του αυτοκινήτου να φτιάξει προίκα για τον γάμο της κόρης του. Με το άνοιγμα του επαγγέλματος ο υποψήφιος αγοραστής έκανε πίσω.

«Αν εκδοθούν και άλλες άδειες θα οδηγηθούμε όλοι στην ανεργία. Η Αθήνα δεν αντέχει και άλλα ταξί», λέει ιδιοκτήτης μάντρας στη Λένορμαν και ζητά να μη δημοσιευθεί το όνομά του. Στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 30.000 ταξί, ενώ στη Γαλλία με τον εξαπλάσιο πληθυσμό οι σχετικές άδειες φτάνουν τις 44.000. Αφού εργάστηκε ως ναυτικός για πέντε χρόνια έγινε οδηγός ταξί για τα επόμενα δώδεκα και την τελευταία εικοσαετία διατηρεί το μαγαζί μεταβίβασης αδειών και οχημάτων ταξί στο κέντρο της Αθήνας. Την περασμένη εβδομάδα, το κατάστημά του ήταν γεμάτο. Οχι από πελάτες αλλά από ιδιοκτήτες ταξί.

Καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι με ένα ποτήρι τσίπουρο ο καθένας στο χέρι συζητούσαν σκεπτικοί για τον κλάδο τους. Κάθε τόσο τηλεφωνούσαν σε εκπροσώπους τους για να μάθουν αν συναντήθηκαν με τον υπουργό Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων Γιάννη Ραγκούση. Οσο δεν απαντούσαν εκείνοι στα κινητά τους το άγχος στο πηγαδάκι μεγάλωνε. «Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες ταξί είναι χρεωμένοι σε τράπεζες. Εχουν βάλει υποθήκη το σπίτι τους για να πάρουν τις άδειες. Από το 1977 που άνοιξε η μεταβίβαση αδειών, οι περισσότερες άλλαξαν χέρια τρεις με τέσσερις φορές», έλεγαν. Οταν έμαθαν το αποτέλεσμα της συνάντησης το άγχος έδωσε τη θέση του στην απογοήτευση.

«Δυστυχώς πήραμε στον λαιμό μας τα παιδιά μας», είπε ο Γιώργος Ραγκούσης, ιδιοκτήτης και οδηγός ταξί εδώ και 30 χρόνια (δεν έχει συγγένεια με τον υπουργό), ένας από τους οδηγούς στο πηγαδάκι. «Το 2003 έλεγα ότι τα παιδιά μου πρέπει να γίνουν αυτοκινητιστές. Εβαλα τελικά τον γιο μου στο επάγγελμα, αγόρασε δική του άδεια και τώρα μετανιώνω. Δουλεύει πάνω από 12 ώρες την ημέρα, 27 μέρες τον μήνα», πρόσθεσε. Αν μπουν και άλλα ταξί στην αγορά θα μειωθεί και ο τζίρος του γιου του και ο Γιώργος Ραγκούσης αναζητά εναλλακτικές λύσεις. «Σκέφτομαι να τον στείλω στο εξωτερικό, σε συγγενείς».


"Τα ΝΕΑ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου